συλλογισμός — computation masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συλλογισμός — Σύμφωνα με τον ορισμό που πρώτος έδωσε ο Αριστοτέλης, σ. είναι ένας τρόπος σκέψης, όπου, αφού τεθούν δύο προτάσεις, ακολουθεί ένα συμπέρασμα διαφορετικό από τις προτάσεις και αναγκαίο. Τόσο οι προτάσεις όσο και το συμπέρασμα αποτελούνται από… … Dictionary of Greek
συλλογισμοῖς — συλλογισμός computation masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συλλογισμοί — συλλογισμός computation masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συλλογισμοῦ — συλλογισμός computation masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συλλογισμούς — συλλογισμός computation masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συλλογισμέ — συλλογισμός computation masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συλλογισμῶ — συλλογισμός computation masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συλλογισμῶν — συλλογισμός computation masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συλλογισμῷ — συλλογισμός computation masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)